Μεταμφιεσμένο δρεπάνι (το)

Ανάμεσα σ' αυτούς που σχετίστηκα, δεν υπήρχε ούτε ένας έστω που να του αναγνώριζα την ιδιότυπη ομορφιά του επικίνδυνου.
Το μόνο που έβλεπα ήταν καμπυλότητες πλαδαρού λίπους γύρω απ' το μυαλό τους και ένα masculum simplex που αρχικά με έσπρωξε κοντά τους και μετά αυτό το ίδιο masculum simplex μ' έκανε να τους σκυλοβαρεθώ.

Εγώ ήθελα να μου δώσουν όπλα και εφευρήματα,
να μου κάψουν τα σωθικά και να τα ηρεμήσουν,
όχι απλώς να μου θυμήσουν πως έχω έντερα.

Έτσι, πάγωσα και δε χάρισα σε κανέναν ποτέ μου ούτε ένα σ' αγαπώ.
Απλώς έντυνα το δρεπάνι μου με μετάξι και ζούσα τον εφιάλτη.

Και μέσα μου πάγωσα.

Όποτε κάποιος μου έλεγε "σ' αγαπάω", τον έβλεπα σαν σαύρα που παραμονεύει ένα έντομο
και ανέσυρα το μεταμφιεσμένο μου δρεπάνι.
Και, εκεί που όλοι οι άνθρωποι είχαν εξισωθεί
κι η ζωή μου ήταν μια γυαλιστερή επιφάνεια που γλίστραγε.

Και τότε ξαφνικά  ήταν, που ήρθες εσύ...

Όπως ακριβώς το λέει ο Κάφκα:

"Σαν τσεκούρι
που σπάει
την παγωμένη θάλασσα
μέσα μου".[...]

Όταν χαράζει

Θα ήθελα τόσο πολύ να σε εντυπωσιάσω...

Η μοναδική μας νύχτα ήταν τόσο βιαστική και σύντομη,
σαν μια μπόρα -ούτε που πρόλαβα ν' αρχίσω-
ούτε που πρόλαβα να σου πω την μοναδική μου ιδιότητα...

Είμαι συλλέκτης.
Μαζεύω το πιο σκληρό και άγριο πράγμα του κόσμου...

Στιγμές...

Όταν έχω αυτό τον ξαφνικό πόθο να πετάξω
και δεν έχω που να πετάξω,
κρύβομαι στη συλλογή μου.
Γεμάτη καφέδες,
τυχαία αγγίγματα, -βρισιές-
τρυφερούς παράνομους εραστές,
στοές, συναντήσεις,
κραυγές... σιωπές,
χωρισμούς,
λόγια,
λόγια,
λόγια...

Έτσι κι αλλιώς,
τα πράγματα θα κυλήσουν όπως θέλουν αυτά.
Η ζωή ξέρει...

Δύσκολοι αποχαιρετισμοί - Ο Κολλητός μου

Και τώρα...;
Ξέρω ότι φεύγεις για καλό,
και ότι στην τελική δεν πας και στην άκρη του κόσμου.
Τέσσερις ώρες μόνο [με το λεωφορείο -που λέει και η γιαγιά].
Και είπαμε... Σύντομα θα έρθω και εγώ!
Τι Κουκάκι, τι Λονδίνο,
Τι Σουζάνα, τι Ελισάβετ...
Το ίδιο δεν είναι...;

Απλά μέχρι τότε δεν ξέρω τι θα κάνω.
Δεν ξέρω τι θα κάνω όταν δεν είμαι καλά [και ξέρεις πόσο επιρεπής είμαι].
Σάββατα βράδι να λιώνουμε μέσα
μόνοι μας... για την πάρτη μας!
Και να χορεύω Παντελίδη με το βρακί πάνω στο τζάκι.
Να πίνουμε ότι αλκοόλ υπάρχει στο σπίτι
και να καταλήγουμε στην μέση της Παραλιακής να χορεύουμε στο φανάρι Μητροπάνο.
Να οδηγάμε στην Χαμοστέρνας, να ακούμε Μαρινέλα και να χτυπάμε το ντέφι...

Και ποιός θα με ντύνει τώρα όταν θα έχω meeting στο γραφείο;
Να μου λέει ότι το καφέ δεν ταιριάζει με το μπλε [κι ας έγινε πια μόδα].
Να με βρίζει που φοράω το αγαπημένο μου σκισμένο τζιν
και να με απειλεί ότι θα μου το αφαιρέσει με ολική νάρκωση και χειρουργείο...!
Να μην με αφήνει να δουλεύω τα Σαββατοκύριακα
και όταν κρυφά κοιτάω τα mail του γραφείου, να μου κλείνει το laptop.

Ποιος θα μου χαλάει την μέρα με κλαρίνα, όταν εγώ θέλω να ακούσω Δημητριάδη;
- Φαντάζεσαι την άνοιξη με δίχως το Απρίλη.
- Αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται, γιατρέ, εδώ πέρα, η άλλη μισή [στο Upper Hοlloway] βρίσκεται.

Και τα Σαββατοκύριακα αντί να είμαστε Ξυλόκαστρο, να κομπλάρουμε την κυρία στα διόδια που την χαιρετάμε μέσα στο κατακαλόκαιρο ντυμένοι καρναβάλια, και μετά να κράζουμε την κυρία Μαρκέλα, θα κάθομαι πλέον σπίτι, να βλέπω Dancing with the stars για να σου λέω ποιος φεύγει κάθε φορά.

Δεν μου αρέσει όλο αυτό όπως γίνεται, αλλά θα το συνηθίσουμε!

Να προσέχεις μέχρι να έρθω.
Να ντύνεσαι γιατί εκεί κάνει κρύο.
Να μην μιλάς σε ξένους -γιατί είσαι και βλαμμένος...
και να μην με ξεχάσεις...

ps: to my monobrow

Απ' την Αρχή ως το Τέλος

- Σ' αγαπώ.
- Και γιατί μ' αγαπάς;
- Σ' αγαπώ γιατί είσαι δικός μου.
Σ' αγαπώ γιατί έχεις ανάγκη να αγαπιέσαι.
Σ' αγαπώ γιατί όταν με κοιτάς αισθάνομαι σαν ήρωας. Πάντα έτσι γινόταν.
Σ' αγαπώ γιατί όταν σε αγγίζω, αισθάνομαι περισσότερο άντρας, από κάθε άλλον άντρα.
- Και εγώ σ' αγαπώ.
- Και γιατί μ' αγαπάς;
- Σ' αγαπώ γιατί όταν σε αγγίζω σε κάνω να αισθάνεσαι περισσότερο άντρας, από κάθε άλλον άντρα.
Σ' αγαπώ επειδή κανείς ποτέ δεν θα μπορούσε να μας κατηγορήσει για αγάπη. 

Σ' αγαπώ επειδή θα μπορούσες να αγαπήσεις κάποιον άλλο, αλλά και πάλι εμένα θα εξακολουθούσες να αγαπάς.
Σ'αγαπώ, γιατί για να κατανοήσουν την αγάπη μας, θα πρέπε να γυρίσουν τον κόσμο ανάποδα.

Έξοδος

Πάντα, τόση ανηφόρα
τα πέδιλά μου λιωμένα, σιωπηλό φεγγάρι
Νυχτώνει, σιωπηλό μου φεγγάρι
Εγώ για δύο, ποιά ζωή; Τόση σκόνη
Τόση σιωπή, καληνύχτα
μιλάω στο κενό το ίδιο χρώμα
δεν σου μοιάζω
καληνύχτα
μου είναι αδιάφορο
παρήγγειλε να πιώ... τώρα ή ποτέ...
μισό τσιγάρο, πάντα λείπεις
κι ύστερα ήταν κλειστός 
στα όνειρά μου, αργεί να τελειώσει
θέλω να πω... καληνύχτα
αυτό είναι
ποιά χαρά; μάτια μου... ποιά ζωή;
δεν απαιτώ το θέλω
 θέλω να πω... αργεί να τελειώσει, ραγίζει
μισό τσιγάρο διαδρομή, καληνύχτα
κάποιον βρίσκω να κλαίει. καληνύχτα
νυχτώνει.
η καμπαρντίνα μου άδεια, το ίδιο χρώμα, πάντα
καληνύχτα...  δεν σου μοιάζω
ούτε αντίσταση, ούτε ανάσα 
δεν σου μοιάζω
δεν απαιτώ το θέλω
μιλάω στο κενό, αυτό είναι
μιλάω στο κενό
απ' το άλφα ν' αρχίσω

Living a liE

Θα πρέπει να σκοτώθηκα τον Φλεβάρη του 2003. Στα δεκαεννιά μου. Δεν είμαι σίγουρος για την ημέρα, αν και μου είχαν πει ότι αυτή την ημερομηνία δεν θα την ξεχνούσα ποτέ! Πότε ποτέ;

Σκεφτόμουν ότι υπάρχουν κάποια κορμιά που δεν χωράνε ολόκληρη την ψυχή. Ένα μέρος της κολλάει στα μαλλιά, κρέμεται από τα μάτια, κολλάει στα δάχτυλα και τους δίνει μία άγρια αφή, σαν να έχουν ψηλαφήσει όλους τους θυμούς του κόσμου.
Με γύρναγε σπίτι.

"Ξέρεις τη συνέχεια;" έστριψε το κεφάλι και φώναξε.
"Ποιά συνέχεια;" απάντησα, φωνάζωντας κι εγώ για να με ακούσει.
Άρχισε να τραγουδάει. "Να 'ταν η καρδιά - λαμπερό αστέρι - να 'ταν η ματιά μου δίκοπο μαχαίρι - αστραφτερό σπαθί - μες στο μεσημέρι - αστραφτερό σπαθί - μες το μεσημέρι."

Γελούσε. Γύρισε και με φίλησε στο στόμα. Χάσαμε προς στιγμήν την ισορροπία μας. Καταφέραμε να κρατηθούμε. Άρχισε να φωνάζει: "Να 'ταν η καρδιά μου λαμπερό αστέρι". Γύρισε πάλι το κεφάλι και προσπάθησε να με ξαναφιλήσει. Σαν να μην είχε δει τη στροφή μπροστά μας. Δεν μπορεί να μην την είχε δει. Τη στιγμή που με φιλούσε θα πρέπει να έγιναν όλα ταυτόχρονα. Τα δάκρυά μου έτρεχαν από τα μάτια μου,
η λέξη "αστέρι" που την άκουγα σαν σε ηχώ από γκρεμό,
τα χείλη του πάνω μου,
το γέλιο του,
το φεγγάρι,
το κενό...

Θα πρέπει να σκοτώθηκα τον Φλεβάρη του 2003. Στα δεκαεννιά μου. Από τότε, η ματιά μου δίκοπο μαχαίρι και αστραφτερό σπαθί μέσα στα ζεστά μεσημέρια όλων των Μάρτηδων που δεν έζησα...





noMIRACLEShere

Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου
Και να σου κάνω τα ψώνια σου,
και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ
μου αρέσει να είμαι μαζί σου,

Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου,
και να σου λέω πόσο μ’ αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,

Και να κάθομαι στις σκάλες
ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,

Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό,
και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου,
και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,

Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς,
Και να γελάω με την παράνοια σου,
και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες,
και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες,
και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,

και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι,
και να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω
καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,

Και να πηγαίνουμε για καφέ
στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ’ αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,

Και να σου λέω τι είδα
στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
και να μη γελάω με τα αστεία σου,

και να σε θέλω το πρωί
αλλά να σ’ αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου,
και να χαϊδεύω το δέρμα σου
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου,
τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,

Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω,
ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
και να κάθομαι στις σκάλες
ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,

Και να πηγαίνω στο πάρτι σου
και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
και νά μαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,

Και νά μαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
και να παρακαλάω να σ’ ήξερα μια ζωή.

Και ν’ ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τό 'να σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
και να σ’ αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,

Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω
και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου,
και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,

και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου,
και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες,
και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις,

και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
και ν’ αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ’ το νου
ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,

Και ν’ αναρωτιέμαι ποιός είσαι
αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,

Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος,
τον άγγελο του δέντρου,
το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό
επειδή σ’ αγαπούσε

και να σου γράφω ποιήματα,
και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
και να σ’ αγαπάω τόσο βαθιά
που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω
γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα,

και να μη σ’ αφήνω να σηκωθείς απ’ το
κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
και να σου αγοράζω δώρα
που εσύ δεν τα θέλεις,
και πάλι να τα παίρνω πίσω,
και να σου λέω να παντρευτούμε,

και συ να μου λες πάλι όχι

Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναλυτικό

Τον άνευ όρων
τον τα πάντα πληρούντα,
τον δίχως τέλος
και δίχως αρχή,

Sarah Kane Πηγή: www.lifo.gr
 Sarah Kane - "Crave"
Sarah Kane Πηγή: www.lifo.grΣαρ
Sarah Kane Πηγή: www.lifo.gr

Deep Dark Robot - Love Song

(Πάνος Μιχαήλ - Lifo Team 24.7.2011, "To Amy Winehouse")

Σαββατογεννημένος

Αποχαιρετώ το αύριο γιατί είμαι εδώ σήμερα,
για να αποχαιρετίσω τον εαυτό μου γιατί απλά δεν θέλω να του μοιάσω,
γιατί αποχαιρέτησε την πραγματικότητα επειδή δεν υπάρχει
και την αντικειμενικότητα επειδή επίσης δεν υπάρχει.

Παράλληλα,
ευχαριστώ τον Μαξ, τον Tgs, το Ρουσσάκι, την Λιάνα τον Θοδωρή, τον Νικήτα και τον Σακελλάρη
που ήταν η αιτία της ύπαρξης αυτής της ιδέας.

Υ.Γ. Κι ύστερα ξύπνησα. Ευτυχής και υγιής, με ωραίους εφιάλτες στο τσεπάκι και καραμελοαγελάδες στο κομοδίνο. Κι επειδή οι φροϋδιστές θα αργήσουν να 'ρθουν στην εξουσία και φέτος, σας τα είπα τα όνειρά μου, που βγαίνουν πάντα αλήθεια. Σήμερα, Αγίου Έρωτος, ανήμερα, αυτοπροσώπως.

Άβυσσος

[Ἅγιε Ἄγγελε, ὁ ἐφεστὼς τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς καὶ ταλαιπώρου μου ζωῆς, μὴ ἐγκαταλίπῃς με τὸν ἁμαρτωλόν, μηδὲ ἀποστῇς ἀπ᾿ ἐμοῦ διὰ τὴν ἀκρασίαν μου· μὴ δώῃς χώραν τῷ πονηρῷ δαίμονι κατακυριεῦσαί μου τῇ καταδυναστείᾳ τοῦ θνητοῦ τούτου σώματος· κράτησον τῆς ἀθλίας καὶ παρειμένης χειρός μου, καὶ ὁδήγησόν με εἰς ὁδὸν σωτηρίας.]

Βυθίζομαι. Είναι σαν χιλιάδες μαχαίρια να καρφώνονται μέσα στο σώμα μου. Σοκ. Στην αρχή μουδιάζουν τα άκρα μου... πρώτα τα πόδια μου -δεν αισθάνομαι τίποτα από τη μέση και κάτω, μόνο ένα βάρος που με παρασύρει- μετά τα χέρια... δεν νιώθω τίποτα. Δεν αναπνέω. Δεν α-να-πνέ-ω.

[Ναί, ἅγιε Ἄγγελε τοῦ Θεοῦ, ὁ φύλαξ καὶ σκεπαστὴς τῆς ἀθλίας μου ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, πάντα μοι συγχώρησον, ὅσα σοι ἔθλιψα πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου, καὶ εἴ τι ἥμαρτον τὴν σήμερον ἡμέραν·]

Η καρδιά μου χτυπάει γρήγορα... Τώρα αργά. Ακούω τον ήχο της μεγεθυσμένο. Η αίσθηση της αιώρησης... αυτή. Πρέπει να αντιδράσω! Να κουνηθώ! Να προσπαθήσω να αναδυθώ! Το ένστικτο της επιβίωσης... Έχει μουδιάσει το σώμα μου... και το μυαλό μου... δυσκολεύομαι να σκεφτώ, να σκεφτώ τι;... μακρινοί ήχοι τρόμου με τριγυρίζουν... προσευχές... ικεσίες... κλάματα... είναι ανώφελο...

[σκέπασόν με ἐν τῇ παρούσῃ νυκτὶ καὶ διαφύλαξόν με ἀπὸ πάσης ἐπηρείας τοῦ ἀντικειμένου, ἵνα μὴ ἔν τινι ἁμαρτήματι παροργίσω τὸν Θεόν·]

ωραία είναι... με κυριεύει η μαγεία του απείρου... κλείνω τα μάτια και βυθίζομαι αργά... στην άβυσσο... άβυσσος όπως απύθμενη θάλασσα... χωρίς όριο... ταξίδι στο σκοτάδι... στο παντοτινό κρύο... έχω τη δύναμη να καταδυθώ σε τέτοια βάθη;... ταξίδι στην άβυσσο... ωραία είναι... σσσσσ...

[καὶ πρέσβευε ὑπὲρ ἐμοῦ πρὸς τὸν Κύριον τοῦ ἐπιστηρίξαι με ἐν τῷ φόβῳ αὐτοῦ καὶ ἄξιον ἀναδεῖξαί με δοῦλον τῆς αὐτοῦ ἀγαθότητος. Ἀμήν.]

σιωπή... σιωπή...

Αποχαιρετιστήριο γράμμα

Ένας λόγος να μείνω: είναι ο σκύλος μου ο Άυλο.
Ένας λόγος να μείνω: για να σε υπερασπιστώ.

Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν θέλω να θυμάμαι το ξύλο που έφαγα.

Ένας λόγος να μείνω: για να ξαναδώ το ουράνιο τόξο.
Ένας λόγος να μείνω: για να ξαναμπείς μέσα μου.
Άλλος ένας λόγος να μείνω: γιατί θέλω να ξαναφάω πατάτες της λήθης.

Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν αντέχω τα πάρτυ.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί βαρέθηκα.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν θα ήμαστε για πάντα μαζί.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί φοβάμαι πως θα κάνω καταθλιπτικό τον Άυλο.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί φοβάμαι, τρέμω μη φύγεις πριν από μένα.

Ένας λόγος να μείνω: για να πέσω άλλη μια φορά στην θάλασσα.
Ένας λόγος να μείνω: για να ξαναενωθούν οι γλώσσες μας και να καταπιώ το σάλιο σου.

Ένας λόγος να φύγω: για να μη σε βαραίνω.

Ένας λόγος να μείνω: για να ακούω το ίδιο κομμάτι στο repeat.
Ένας λόγος να μείνω: για να σκέφτομαι, κάθε φορά που ακούω κάποιον στο ραδιόφωνο και τον ερωτεύομαι, πως θα ήταν αν ήμασταν μαζί.
Ένας λόγος να μείνω: για να κάνουμε ταξίδια με το αυτοκίνητο και να μην χρειάζεται να ανταλλάξουμε κουβέντα.

Ένα λόγος να φύγω: γιατί νιώθω εκατόν είκοσι και φοβάμαι τα εκατόν είκοσι ένα.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί και που είμαι εδώ;
Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν αντέχω τα ρολόγια.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί περιμένω μήνυμά σου.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί κουράστηκα με την φαντασία μου.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί τον Άυλο τον έχω ακούσει να κλαίει, τον έχω δει να νευριάζει, αλλά δεν τον άκουσα ποτέ να γελάει.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί φοβάμαι πως δεν θα έχω να φάω.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί κουράστηκα να έχω ανάγκη την κουβέρτα μου.

Ένας λόγος να μείνω: για να ξυπνάω το πρωί, να φωνάζω «Μαμά!», ενώ είσαι εσύ.

Ένας λόγος να φύγω: γιατί η ζωή μπορεί να αλλάξει από λεπτό σε λεπτό.
Άλλος ένας λόγος για να φύγω: για να μην κλείνει η πόρτα και μένω μόνος.
Ένας λόγος να φύγω: για να μην θυμάμαι.
Ένας λόγος ακόμα για να φύγω: για να μη με θυμάσαι.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν ξέρω που πάνε τα χρόνια που φύγανε.
Ένας λόγος να φύγω: για να μη βλέπω τη θλίψη στα μάτια σου.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν μπορώ να σε βλέπω να θες κι άλλα.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί οι τοίχοι μες στο σπίτι γίνονται μεγαλύτεροι, γεροντότεροι και πιο παχείς και κίτρινοι από τα τσιγάρα.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν ξέρω αν θα ξαναπεράσω απ’ όπου έχω περάσει και δεν αντέχω να περάσω, ούτε να μην περάσω.

Ένας λόγος να μείνω: για να σε ξαναδώ να γδύνεσαι.

Ένας λόγος να φύγω: για να μην με δεις να γδύνομαι.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί βαρέθηκα, τη μία έτσι και την άλλη αλλιώς.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν θέλω να έχω ιδιότητα.
Ένας λόγος να φύγω: για να μη σε τρελαίνω με τα ίδια και τα ίδια.

Ένας λόγος ακόμα για να μείνω: για να είμαι εκεί όταν αρρωστήσεις.

Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν αντέχω άλλες φασαρίες.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί είναι δύσκολο ν’ αλλάξω.

Ένας λόγος να μείνω: γιατί μ’ αρέσει ν’ ακούω σ’ αγαπώ, και ας είναι και ψέματα.
Ένας λόγος να μείνω: για να ξανακαπνίσω ένα τσιγάρο.
Ένας λόγος να μείνω: για να ξαναϊδρώσουμε μαζί.

Ένας λόγος να φύγω: γιατί ο Άυλο κουράστηκε να ακούει συνέχεια για σένα.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί κουράστηκα να ξαγρυπνάω.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί μεγάλωσα νωρίτερα.
Ένας λόγος να φύγω: γιατί δεν μπορώ την καχυποψία.

Ένας λόγος να μείνω: για να ξανασυστηθώ.

Ένας λόγος να φύγω: για να μην νιώθεις άτυχος που με γνώρισες.

Ένας λόγος: γιατί κουράστηκα να διαπραγματεύομαι.
Ένας λόγος: γιατί δεν θέλω να θυσιάσω τίποτα.

Ένας λόγος να μείνω: γιατί θέλω να αλλάξω για σένα.

Ένας λόγος να μείνω: μήπως σε χάσω και σε ξαναβρώ.
Ένας λόγος να μείνω: για να σου πω όσα δεν σου έχω πει.
Ένας λόγος να μείνω: μήπως έχεις κάτι να μου πεις.
Ένα λόγος να μείνω: για να βλέπω τα μάτια σου.
Ένας λόγος να μείνω: γιατί και ο Άυλο νομίζω ότι σε έχει αγαπήσει και ας μη σε ξέρει.
Ένας λόγος να μείνω: γιατί μ’ αρέσει να βγαίνω στο δρόμο και να περιμένω να σε συναντήσω τυχαία.

Ένας λόγος να φύγω: μήπως σε βρω.
Ένας λόγος να φύγω: για ν’ ακούσω αν θα φτάνει η μουσική μέχρι εκεί που θα πάω…

Είκοσι τέσσερις λόγοι να μείνω, σαράντα να φύγω,

και ένας ακόμα να φύγω: γιατί θέλω να σε πάρω και να σε ρωτήσω τι να κάνω τελικά.

Θλίψη και άσκηση συν αγιασμός

Σπίτι νεοκλασικό. Με ξύλινο πάτωμα και παράθυρα μεγάλα. Καθόμαστε στο χαλί - αυτή ενίοτε και στην πλάτη του καναπέ, με τα αθλητικά της παπούτσια στα μαξιλαράκια. Στο τραπέζι ένα ποτήρι ουίσκι, στο λαιμό ένα μικρό, ασημένιο, αεροπλάνο και στα δάχτυλά της ανάβει συνέχεια ένα τσιγάρο. Τα μάτια της βουρκωμένα. Ακόμα κι όταν γελά.
Ψάχνει σε κασέτες, επιλέγει τραγούδια, τα βάζει ν' ακούσουμε. Αρχίζουμε με Νικολακοπούλου, συνεχίζουμε με Πίτσα Παπαδοπούλου, γυρνάμε στην Χαρούλα και καταλήγουμε στη Βιτάλη.  
- Να βάλω και εγώ ένα;, της λέω.
- Να βάλεις, αγόρι, ότι θες, μου λέει.
Είναι οι στίχοι του Μακεδόνα που τη συντρόφευαν τον περασμένο χρόνο. Σιγοτραγουδά μαζί με τον Μακεδόνα. "..., ποιός έχει καιρό; Για δες και πες. Ποιός ξέρει να μου ανάψει ένα κερί; Κι αν ξέρει, ποιός μπορεί; Ποιός αντέχει να μου κάψει τα μαλλιά; Ποιός έχει καιρό για μια αγκαλιά; Ποιός ξέρει να φιλάει με το φιλί; Ποιός ξέρει πιό πολύ;"...
- Αγαπημένο αλλά παλιό αυτό, αγόρι. Περσινό. Φέτος είναι άλλο.
- Για πες. Ποιοί στίχοι σήμερα σε συντροφεύουν;
Παίρνει ένα κομμάτι χαρτί, τραβά μια ρουφηξιά απ' το τσιγάρο και γράφει: "...αυτό τον βλάμη π' αγαπάς, πες του να μεταλάβει, μια Κυριακή ξημέρωμα τρεις πιστολιές θα λάβει...".
Σπρώχνει το χαρτί προς το μέρος μου, γελά σχεδόν ψεύτικα και σκαρφαλώνει στην πλάτη του καναπέ, σαν μικρό παιδί που έχει όρεξη για σκανταλιές.
- Πες μου, γυναίκα, τι είναι ο έρωτας;, τη ρωτώ.
- Μεγάλη κουβέντα ανοίγεις, αγόρι. Έλα να καθίσεις δίπλα μου. Λοιπόν, αφού θες να μάθεις, μια τεράστια φάρσα είναι ο έρωτας. Αυτό που λεει ο Προυστ είναι ο έρωτας. "Ένα κάθαρμα μπορεί να εμπνεύσει ένα καθαρό ειδύλλιο"! Ένα ανθρωπάκι να γίνει αντικείμενο ελισαβετιανής θηριωδίας. Ένα πράγμα στο οποίο δεν υπάρχει καθόλου συμπόνια. Υπάρχει μόνο ένα αδίστακτο πράγμα, πως να πάρεις τον άλλον να τον ξεσκίσεις, να μάθεις τα μυστικά του και να τον παρατήσεις... Αυτό είναι ο έρωτας.
- Απογοητευμένη σ' ακούω γυναίκα...
- Όχι, αγόρι. Στη ζωή μου, μου έχουν τάξει πολλά και τα έχουν πάρει πίσω. Το ίδιο έχω κάνει και εγώ.
- Εσύ θα ξέρεις, γυναίκα. Τι είναι αυτό που οδηγεί τα ζευγάρια σε καταστάσεις οριακές, ενώ φαίνονται ερωτευμένα;
- Η επιμειξία. Δεν πρέπει να μπλέκοντα διαφορετικοί πολιτισμοί. Πρέπει ο άλλος να είναι λαός ομαίμονας. Να μπορεί να μπερδεύει στην ίδια κασέτα με σένα, την Φαϊρούζ, ένα κομμάτι του Μότσαρτ, ένα ρεφρέν της Πίτσας Παπαδοπούλου... Κατάλαβες;
- Προσπαθώ...
- Αν μπορεί να το κάνει αυτό και το κάνεις κι εσύ, τότε εκεί που σας χάνει η ανθρωπότητα, εσείς βρίσκεστε, γιατί έχεις απέναντί σου ένα λαό ομαίμονα...
- Μήπως, τελικά, γυναίκα, οι ερωτικές σχέσεις, μ' αυτό το πάρε-δώσε που "επιβάλλουν" καταντούν κουραστικές αντί ανάσες ζωής, όπως θα έπρεπε;
- Μα η ερωτική σχέση είναι εξ ορισμού εξουθενωτική. Δεν υπάρχει περίπτωση να πάρεις ανάσα, ειδικά αν είσαι σαν εμένα που αναπνέω όταν ο άλλος είναι καλά ή μου κόβεται όταν αισθάνομαι ότι έχει το παραμικρό. Για μένα ο έρωτας δεν ήταν ποτέ απελευθέρωση. Είναι η τρομοκρατικότερη σκλαβιά. Δε μπα να είναι αυτός στη Λαπωνία κι εγώ στην Αθήνα...
- Και την χαίρεσαι αυτή την σκλαβιά γυναίκα;
- Είναι θλίψη και άσκηση συν αγιασμός. Δεν ξέρω τι θα πει ευχάριστο, ξέρω ότι χωρίς αυτό δεν μπορώ να ζήσω.
- Κι όταν χωρίζεις, υπάρχουν πράγματα, στιγμές, λεπτομέριες, που σε κάνουν να νοσταλγείς τη ζωή για δυο;
- Αχ, αγόρι. Εγώ πάντα είμαι ο έρωτας που ζω. Δεν είμαι ποτέ κάποιος άλλος. Δεν νοσταλγώ τον προηγούμενο ούτε αγωνιώ για τον επόμενο. Εγώ είμαι πάντα ο έρωτας που ζω!

[Ευχαριστώ τον Θάνο Φωτίου που μου παραχώρησε ένα μέρος από μία σπάνια συνέντευξη της Μαλβίνας Κάραλη]

Το τελευταίο βράδι στο Παρίσι - Ξημέρωμα με τον Δημήτρη Ρ.

"Σημασία έχει όχι μόνο ποιόν αγαπάς, αλλά με ποιόν μπορείς να είσαι ο πραγματικός εαυτός σου" και αυτή είναι η φετινή μου ατάκα!

Έτσι πρέπει να είμαστε και να νιώθουμε τον εαυτό μας και να είμαστε σε ετοιμότητα για κάθε πετροπόλεμο, νομίζω πως έχουμε να παίξουμε πάρα πολύ.

Θα γίνουμε φοβερή συμμορία.
Και γιατί όλο αυτό το κέφι απόψε; 

Να σου πω...
Είμαι ευχαριστημένος με μια φωτογραφία, αυτό είναι όλο. Είναι τρελό, το ξέρω, αλλά μου αρέσει πλέον που δεν τον σκέφτομαι.
Τις προάλλες όμως ξύπνησα στις 7 το πρωί να πάω στην δουλειά και η πρώτη μου αίσθηση ήταν η μυρωδιά του στο φανελάκι μου.

Περίεργη όλη η υπόλοιπη μέρα, έτσι;


Ναί! Με γύρισε λίγο πίσω. Άραγε να με συμπαθεί ακόμα; Δεν άλλαξε τίποτα; Λες να είπε από μέσα του "Και γιατί να τον συμπαθώ αυτόν στα καλά καθούμενα, ποιός είναι";

Γιατί τα σκέφτεσαι πάλι;

Ξέρεις... σκέφτομαι πως πρέπει να ήμουν πολύ τρελός γιατί ούτε μια στγμή δεν μπήκα στη λογική αυτοάμυνας να πω, πάρε και ένα ενδεχόμενο πως δεν θα τον δεις αύριο, πως θα γράφεις και δεν θα ξέρει τι γράφεις και πως κοινή ιστορία δεν θα έχετε. Ποτέ. "Σημασία έχει να 'χεις πίστη". (Τσέχοφ) - Ποτέ δεν είπα αυτή η ιστορία είναι καταδικασμένη. Αν είχαμε γνωριστεί παλιά, θα έλεγα κάτι τέτοιο; (Αυτός είχε πει ότι στο παρελθόν θα ήταν διαφορετικά). Γιατί λοιπόν να το πώ τώρα;

Όχι, Μέσα μου δεν θα "γράψει" τίποτα - ούτε το χειρότερο, γιατί το ξέρω πόσο "αθώο" είναι το δικό του χειρότερο.

Δεν μπορεί να σε βλάψει μωρό μου. Αφορούν άλλους ανθρώπους αυτά και οι φτήνιες. Εσύ, ώρα με την ώρα, γίνεσαι όλο και καλύτερος, όλο και πιο αθώος.

Όλα αυτά στα λέω σαν αφημένες λέξεις εμπιστοσύνης και συγκατάθεσης. Εκ των προτέρων, που λένε, και δεν βρίσκω άλλη έννοια, από την έννοια του Εν Λευκώ Συγκατατίθεμαι. Για όλα. Ξέρεις όμως τι ονειρευόμουν; Αρκεί να υπήρχα στην (έξω δεξιά) γωνίτσα του κάδρου του.

Σε νοιώθω. Αλλά σε είχε κάνει άλλον άνθρωπο όλη αυτή η ιστορία. Πέσε κοιμήσου τώρα. Οι άλλοι μέσα κοιμηθηκαν. Αύριο το πρωί έχουμε να πάμε για ψώνια. Τελευταία μέρα στο Παρίσι. Κοίτα έξω... ξημερώνει σιγά σιγά!

Ναι... Ξημερώνει! Καλημέρα!

Καλοκαιρινό όνειρο - Εξιστόρηση στον Δημήτρη

Έπεσα να κοιμηθώ! Μεσημέρι Ιουλίου! Τελευταία μου σκέψη... ξέρεις!

Ξαφνικά, λέει, βρισκόμαστε σε ένα νησί. Μόλις είχαμε κατέβει από το καράβι. Πήγαμε κατευθείαν στην
παραλία, με ένα παπάκι πενηντάρι, νοικιασμένο που ζοριζόταν στις ανηφόρες. Η παραλία μισοάδεια - παράξενο
γιατί ήταν Ιούλιος. Τον κοίταζα να παίζει στο νερό. Εγώ όπως πάντα βαριόμουν να μπω.
Το νερό γαλάζιο, όπως και το μαγιό του. Φώναζα να το βγάλει. Δεν ήθελε. Θυμάμαι λεπτή άμμο  και αεράκι. Και τη μυρωδιά του, κάτι σα γλυκό.
Ξαφνικά κρύωσε. Επιστρέψαμε στην Χώρα. Ούτε εκεί είχε κόσμο. Αρχίσαμε να ανεβαίνουμε στενά
δρομάκια... χαθήκαμε. Δεν κοιταζόμασταν. Έψαχνα το χέρι του. Ένα τρελό απόγευμα...
Θα καθόμασταν μέρες. 

Μόνοι. Μαγική φάση...

Κάτι έτυχε και έπρεπε να φύγουμε. Κοιταχτήκαμε.
Λες ακόμα να αναρωτιέται αν με πείραξε;
Έχεις δίκιο. Το τέλος ερχόταν και εμεις δεν το ξέραμε.
Όταν μπήκαμε στο καράβι υποσχεθήκαμε πως κάποια στιγμή θα επιστρέψουμε.
Ποτέ δεν έγινε αυτό.
Ποτέ δεν επιστρέψαμε...
Δεν επέστρεψε...

Μονόλογος στο rose café - Μια μέρα με τον Max

Ξέρεις λοιπόν τι γίνεται με τα περισσότερα ζευγάρια των ανθρώπων και τώρα το καταλαβαίνω;

Είναι σαν Μυθιστόρημα και σαν κακό όνειρο. Πασχίζουν να σκοτώσουν τον αληθινό εαυτό του άλλου για να τον προστατέψουν και να τον γλιτώσουν από τις βαθιές του επιθυμίες, τις επικίνδυνες και ανατρεπτικές.

Μέσα στον ύπνο μου δυο άνθρωποι, κι ο ένας φώναζε "Σκότωσα τον αληθινό σου εαυτό γιατί σ' αγαπώ, για να σε γλιτώσω που κινδύνευες" κι ο άλλος απαντούσε "Τον σκότωσες για σένα κι όχι για μένα κι όχι για τον εφιάλτη μου, αλλά για τον αντίπαλό σου" κι ο ένας φώναζε "Εγώ, μ' εμένα ζεις αυτό που είσαι, γιατί μονάχα εγώ σ' αγαπώ" κι ο άλλος απαντούσε "Μόνο με τον αληθινό μου εαυτό θα ζούσα αυτό που είμαι γιατί αυτός μονάχα ήξερε - ήταν η μοναδική ευκαιρία να ζήσω αυτό που είμαι, και μέσα στη γνώση του θα ζούσα την αληθινή ζωή - δεν καταλαβαίνεις".

Και θυμήθηκα μετά τη σκηνή στο "Σημασία έχει ν' αγαπάς" που αυτός, πριν αυτοκτονήσει, της εξηγούσε πως τίποτα δεν σημαίνει να λες σ' αγαπάω αν δεν έχεις δώσει όπλα στον άλλο να είναι ο εαυτός του κι ας είναι για να συμμαχήσει με το χειρότερο μέσα του.

Κι εγώ χάρη σ' εσένα είμαι τόσο πολύ ο εαυτός μου που τώρα καταλαβαίνω, αν δεν το είχα νιώσει αυτό μια φορά στη ζωή μου, θα ήταν φρίκη κι τρόμος, μια ζωή άλλη, σύμμαχος άλλου εαυτού, αυτό που δεν θα μου είχαν λοβοτομήσει, και να ξέρεις πως αυτό έγινε μόνο με τη δική σου φροντίδα και που μου είπες "Δεν έχω ανάγκη να δω μια ζαρτιέρα για να καταλάβω πως αυτό είναι πόδι" -κι αυτό είναι το ελάχιστο- και για όλα τ' άλλα τα ουσιαστικά.

Τίποτα δεν σημαίνει σ' αγαπώ.

Το σ' αγαπώ είναι μια ανημπόρια, μια τυφλή βουβαμάρα. "Σ΄αγαπώ γιατί δεν μπορώ να κάνω αλλιώς" - να ένας τρόπος που δεν μας αφορά. Δεν μπορείς να κάνεις αλλιώς από το ν' αγαπάς, αλλά δεν μπορείς να κάνεις και τίποτα που θα είναι καλό για τον άλλον αν αυτό το καλό του δεν σε συμπεριλαμβάνει.

Δεν είναι φριχτό;

Ακόμα και τώρα, που το νιώθω πως εμείς, δεν είμαστε αυτά τα γελοία πλάσματα με τις αντιδράσεις πρωτόζωου, ακόμα κι αν αυτό που θέλω πάνω απ' όλα είναι να είσαι σύμφωνος με τον αληθινό εαυτό σου -να το κερδίσεις μέσα από μένα αυτό-, κατά βάθος τρέμω μήπως πω ψέματα στον αληθινό εαυτό μου και μήπως αυτή η επιθυμία μου υπάρχει όσο ξέρω πως είσαι με το μέρος μου. Αλλά πάλι λέω, μην τρέμεις άδικα, μπορείς ν' αποκλείσεις το ότι θα είναι για πάντα με το μέρος σου; Κι αν κάποτε δεν ήσουν πια κι εγώ το καταλάβαινα, τι θα έκανα;

Πάλι δεν ξέρω.

Το μόνο που ξέρω είναι πως, αν -χτύπα ξύλο- πάψεις ποτέ να μ' αγαπάς, θα είναι επειδή δεν θ' αντέχεις να ζεις μέσα στον πραγματικό εαυτό σου. Γι' αυτό δεν πιστεύω ότι θα πάψεις.

Σου έχω πει πολλές φορές πως μόνο μια περίπτωση υπάρχει ικανή να με κάνει να φύγω. Όχι από ζήλια μόνο, αλλά από μια αίσθηση πως τα σώματα δεν μπορούν να διατίθενται έτσι, να γίνονται πενταροδεκάρες. Κι αν συμβεί κάτι τέτοιο, πάλι, δεν πρόκειται να φύγω. Αλλά θα είμαι ικανός να το κάνω - γιατί θα μου 'χει περάσει από το μυαλό.


Καμιά άλλη περίπτωση δεν θα μετρήσει, ό,τι κι αν συμβεί.

Ξαναδιάβασα την "Αβάσταχτη ελαφρότητα".

Πολλά λόγια.


Αλλά και μερικά εκπληκτικά πράγματα:

- Ο έρωτας δεν εκδηλώνεται με την επιθυμία να κάνεις έρωτα μόνο, αλλά με την επιθυμία του μοιρασμένου ύπνου.
- Του μπήκε η ιδέα να τον εγκαταλείψει γιατί δεν άντεχε να περάσει όλη του τη ζωή με τον φόβο μην τον χάσει.
- Μπήκες στη ζωή μου όπως ο Γκιούλιβερ στη Χώρα των Λιλιπουτείων.

Σελίδα εικοσιπέντε (25)

Γιατί πανάθεμά τον δεν φέρεται σαν άνθρωπος;

Κι αν τέλος πάντων ήθελε πια να με πείσει καλά και ντε πως
"η αγάπη δεν φτάνει", τώρα θα δει τι δεν φτάνει. Να κάτσει να
παγώσει σαν αρκούδα στην Ανταρκτική. Το είδος εξαφανίζεται όπου να
'ναι. Θα είναι η τελευταία εναπομείνασα. Πάνω στον πάγο και
γύρω γύρω παγωμένα νερά και η φοβερή αρκούδα στον τόπο
που ποτέ δεν ξε-χειμωνιάζει.

Χτυπήσου εκεί, αλλά μόνος όπως πάντα. Κεκτημένη ταχύτητα μιας ζωής.

Άντε λοιπόν, κύριε Εξαιρετικέ, Υπερβατικέ και Πολυτάλαντε,
Επαγγελματία Καψουρευτή των πάντων, Καθοδηγητή και Μεταρρυθμιστή,
Μάγκνα Κάρτα των υπηκόων σου,
άντε να παγώσεις.

[Δε θα μεγαλώσω ποτέ. Θέλω να είμαι το παιδάκι σου.
Ο πιτσιρίκος σου... Δε με νοιάζουν οι άλλοι... Τι με νοιάζει
που με ξέρει ο κάθε ηλίθιος... Αυτό ήθελα στη ζωή μου; Εγώ
τη δική σου επιβεβαίωση ζητούσα. Τώρα έγινα αυτό
ακριβώς που έλεγες... Γυρνάω τα βράδια κι χαχανίζω
με υστερικές και κακιασμένες αδερφές. Ξέρεις που πάω;
Στα γκέι μπαρ και ξεφωνίζω μαζί τους... Τις καλώ σπίτι μου.
Τις τραπεζώνω για να μη μένω μόνος. Παρακαλάω τη νύχτα να
κοιμηθεί κάποιος στο άλλο δωμάτιο για να μη φοβάμαι.
Κατάλαβαν την αδυναμία μου κι απόκτησαν δύναμη πάνω μου,
που πριν δεν είχαν. Λίγη χαρά ψάχνω... Αφού δεν έχω αγάπη,
ψάχνω τη χαρά. Οι αδερφές τουλάχιστον μπορούν να κρύβουν
για λίγο τη μιζέρια τους και να χαίρονται].

Κι όλα αυτά μπορεί να μη συνέβαιναν στη ζωή μου
αν δεν ερχόταν στο ραντεβού εκείνο το Νοέμβρη.

Κι αν δεν συνέβαιναν, δεν θα τα έλεγα ποτέ και είναι τόσο
-δεν ξέρω τι τόσο- να μπορείς μια φορά να τα πείς, και ό,τι
αξίζει στον άνθρωπο είναι να ζήσει έστω και μια φορά στη ζωή του
μια ιστορία της προκοπής, και να μιλήσει, πως το λέει ακριβώς;
"Ν' ανοίξει το στόμα και να γλιστρήσει το κομμάτι, το πηγμένο
αίμα, ο λόγος που κρατούν και που ποτέ δεν το βγάζουν ίσαμε το θάνατο".

Επτά (7.)

Βράδι.
Δρόμοι βρεγμένοι. Εγώ φοβισμένος.
Δεν ήξερα τι θα αντιμετωπίσω. Δεν το είχα ξανακάνει.
Απόπειρα πρώτη.
Ήμουν για καφέ στην φίλη μου. Σκέφτηκα ότι θα ήταν ευκαιρία να συναντηθούμε
μιας και ήδη ήμουν έξω.
Πρωτοετής φοιτητής τότε -ήταν δύσκολο να φεύγω αργά από το σπίτι.
Το πήρα απόφαση λοιπόν. Ήθελα να σε γνωρίσω.

Στεκόσουν στην πόρτα του κλειστού club.
Σκεφτόμουν να μην έρθω.
Μπερδεμένα συναισθήματα.
Είναι σωστό; Φοβάμαι...
Κι αν δεν μου αρέσεις; Κι αν δεν σου αρέσω; Τι θα γίνει;
Πέρασα την πεζογέφυρα πάνω απο τις γραμμές του τρένου.
Τα μάτια μου ήταν καρφωμένα στο σημείο συνάντησης μήπως και σε δω από μακριά.
Ήταν σκοτεινά. Δεν μπορούσα να διακρίνω.
Βαθιές ανάσες... Έτοιμοι; Πάμε...

Απλή χειραψία.
- Χάρηκα!
- Κι εγώ.
Τα χέρια μου είχα ιδρώσει.
- Πολύ αγχος ε;
- Ναι! Θα μου περάσει όμως.

Κάτσαμε μέσα στο αυτοκίνητο. Άρχισε να βρέχει.
Θυμάμαι άναψα πολλά τσιγάρα εκείνο το βράδι.
Πόσα κάπνισα όμως; Απλά ήθελα να κάνω κάτι. Από αμηχανία!

Δεν σε κοίταγα κατάματα. Δεν μπορούσα.
Μιλούσαμε και κοίταγα γενικά - τους περαστικούς, τη βροχή, τους υαλοκαθαριστήρες...
- Έχω και εκείνη την γαμωέξοδο σε λίγο. Πρέπει να ετοιμαστώ. Μην τους στήσω πάλι! Θα φωνάζουν!
- Άμα θες μπορούμε να φύγουμε τώρα. Όμως θέλω να σε ξαναδώ.
- Κι εγώ!

Με πήγες σπίτι.
Και ξαναβρεθήκαμε την επόμενη μέρα.
Και την επόμενη...
και την επόμενη...

[...]

- Πότε έγινε αυτό;
- Δεν θυμάσαι; Πάει καιρός!
- 26;
- Όχι! 28.

Το τελευταίο γράμμα ΙΙ

Τσογλάνι,
               σ' όλη μου τη ζωή δε είχα τίποτα, νόμιζα, πιο καθαρό
από σένα, δεν είχα άλλον, νόμιζα, από σένα, ήσουν τα πάντα
για μένα και θα ήσουν σ' όλη μου τη ζωή γιατί με ξεγέλασες και σε
νόμιζα όλη αυτή τη μαλακία που με ξεγέλασες και δεν ήσουν.

Όχι, δεν παίρνεις από μένα απαλλακτικό για τίποτα και θέλω
ώρες ώρες να σε σκοτώσω με τα ίδια μου τα χέρια.

Δεν θα ησυχάσω ποτέ πια.

Δεν γύρισες πίσω ούτε για να με κοιτάξεις. Έφυγες κι αυτό ήταν
όλο και καρφί δεν σου καίγεται. Και είναι απλά τα πράγματα, δεν
με ήθελες όσο σε ήθελα. Ήθελες να ξεμπλέξεις και με πέταξες, με
πέταξες κανονικά κι αυτό δεν θα το ξεχάσω όσο ζω.

Χτες ήμουν το πιο σημαντικό πλάσμα της ζωής σου και σήμερα
είμαι εδώ κι εσύ πιο ξένος κι από ξένος, ανακουφισμένος φαντάζομαι.
Γλίτωσες από έναν τρελό που σ' αγαπούσε και δεν ήξερες τι να τον κάνεις.

Δεν θα ξεχάσω.

Όμως συνέχεια θα περιμένω να έρθεις να μου πεις "μετάνοιωσα, δεν ξέρω
γιατί το έκανα αυτό, ήταν βλακεία" και τότε θα σου πω, "δεν πειράζει"
και θα τα ξεχάσω όλα.

Όχι όμως πια! Δεν θα το κάνω.

Δεν σου λείπω και δεν με σκέφτεσαι, γιατί σε ξέρω, άμα αποφασίσεις κάτι,
μπορείς να παγώσεις κάθε συναίσθημα κι αυτό κάνεις. Πλέον αυτό κάνω και εγώ!

Θα σου ξαναβγεί σε λίγα χρόνια και τότε...

Ήταν μια περίοδος τέλεια.

Τα θυμάμαι όλα ένα ένα και δεν μπορώ να ξεχάσω τίποτα, δεν
μπορώ να σε διαγράψω, να πω είναι μείον. Αλλά πάλι λέω, αν
δεν ήταν όλα αυτά τα γύρω γύρω...

Να πάρω τηλέφωνο ή να στείλω ένα γράμμα; Και τι να λέω, δεν έχω πλεον να πω τίποτα άλλο. Ότι είχα να πω το είπα.
Αποφάσισες.
Τέλειωσε.

Η καταραμένη σου θέληση. Η ρεπλίκα που παγώνει τα συναισθήματά της και τα συνασθήματα των άλλων. Που αποφασίζει για τις τύχες των ανθρώπων.

Να δουλέψω γιατί;

Να βγω έξω με φίλους, ακόμα κι αν ξεχαστώ για δύο ώρες, που δεν θα ξεχαστώ, εγώ δεν
θέλω να ξεχνιέμαι. Αν σε έβλεπα θα πάθαινα όπως πάντα. Θα σου έλεγα
"Τσογλάνι"
και μετά
"Αγάπη μου".

Μπορεί και να μην σου 'λεγα καθόλου "Αγάπη μου".

Με ρωτάνε όλοι "Αλήθεια, τι θες από αυτόν τον άνθρωπο";

"Ήθελα να ξυπνάει πλάι μου κι ως την τελευταία μέρα της ζωής
μου να τον φροντίζω. Ήθελα ένα σημάδι ότι με σκέφτεται και μετά
να κοιμηθώ έναν ήσυχο ύπνο".

Τώρα πιά κοιμάμαι μόνος μου. Το έχω συνηθίσει.

Το τελευταίο γράμμα Ι

Αναρωτιόμουν πολλές φορές τι είναι αυτό το ξένο πράγμα που
έχεις πάνω σου και που με έχει φέρει τόσο συχνά στην απόγνωση.
Αυτό το ξένο πράγμα είναι κάτι βρετανικό! Εκεί κατέληξα. Κάτι
κατεψυγμένο που, αν δεν είχε μέσα του (τον πιο απρόσιτο) πολιτισμό,
θα ήταν πολικό.

Ήθελα καιρό να σου γράψω.

Αλλά θα έλεγες: "Κοίτα που πάει να με τυλίξει πάλι. Δεν θα
το βάλει ποτέ κάτω, με τίποτα".

Έτσι σου γράφω τώρα. Τώρα που πας να ψαρώσεις τον Δ. πες
του πως είσαι αυθεντία παγκοσμίου κύρους στην πολική ψυχραιμία.
Πως είσαι ένα τέρας από τότε που κατάλαβες τον εαυτό σου. Πως
δυστυχώς δεν έχεις να χάσεις τίποτα από κανέναν γιατί από παντού
την έχεις στημένη. Πες του πως ο σκοπός σου είναι να αποφανθείς
εσύ για την τέλεια μωρία του.

Γιατί αυτό κάνεις με τους ανθρώπους.

Αποφαίνεσαι για τη μωρία τους και ησυχάζεις που βρίσκεις
κάθε λόγο να μην ανήκεις στην "εκκλησία των ανθρώπων".

Κι όμως... Το τέρας είναι τόσο καλό. Τόσο πανέτοιμο να
σκλαβωθεί με μια συμπαθητική κίνηση, με ένα τάπερ χόρτα ή ακόμα και
από την ίδια την αδυναμία των ανθρώπων.

Κι ακόμα το τέρας ό,τι κάνει το κάνει με μια απίστευτη
σοβαρότητα. Κι έτσι όλοι είναι στο έλεός του. Μόνο που το τέρας είναι
σωστό γιατί έτσι μπορεί να δραπετεύει από τη ζωή. Κι όταν το τέρας
λέει τη λέξη "ζωή", νομίζει πως βρίσκεται στο θέατρο.

Γιατί το τέρας δεν θέλει τίποτα απ' όσα συμβαίνουν στη ζωή -
δεν τα ξέρει. Δεν έχει μιλήσει ποτέ για τη χαρά ενός φλιτζανιού
καφέ και για το χρώμα που έχει μια φέτα καρπούζι το απόγευμα.

Το τέρας διευθετεί τη ζωή των ανθρώπων με όπλα την ψυχρή
ευρηματικότητά του, το τηλέφωνο και τις επιταγές του. Φέρεται
καλά στους ανθρώπους, ενώ το μόνο που τους δίνει στην ουσία είναι
ένα φτύσιμο περιφρόνησης ή κατάχλομη θανατερή απόρριψη.

Είσαι ένα φαλακρό βουνό όλο βράχια.

Ή μάλλον ο Θάνατος που κερδίζει την παρτίδα σκάκι
στην "Έβδομη σφραγίδα". Αλλά η δύναμη δεν είναι για να χτυπάμε.
Είναι για να συγκρατούμε τον εαυτό μας. Κι εσύ χτυπάς συνέχεια, με
το δικό σου ιδιαίτερο τρόπο, κρυμμένος μέσα στα σύννεφα σου,
ανεκδήλωτος, απρόσιτος, δηλαδή Θεός.

Και πού και πού κάτι νοθεύει το μίσος σου για την ανθρώπινη
μωρία. Τότε σαν να μ' αγαπάς. Σαν να κατεβάζεις κάπως το δρεπάνι σου.

Θα 'θελα να ήξερα ποιός είναι αυτός που σε έκανε τέτοιο τέρας,
να θεωρείς τη συμπόνια αδυναμία, την ευαισθησία ντροπή,
ποιός είναι αυτός που σε διέφθειρε τόσο πολύ ώστε να θέλεις
να εξαλείψεις εντελώς το στίγμα της συμπάθειας για ένα ορφανό παιδί σαν
εμένα. Ακόμα και στη φωτογραφία σου στο βιβλίο κοιτάζεις
απειλητικά, άνοιξε και δες, με μια στρατιωτική σκληρότητα, σαν να
ετοιμάζεσαι να δώσεις εντολή να ανοίξουν πυρ. Πότε την έβγαλες;
Όταν κατέρριψες το εχθρικό αεροσκάφος; Όταν ένιωθες τη χαρά να το
βλέπεις να καίγεται στον αέρα;

Η Αλήθεια είναι πως όλο αυτό τον καιρό το μεγαλύτερο
διάστημα δεν μπορούσα να ξεκολλήσω τα μάτια μου από πάνω σου.
Εκτός από τις φορές που έπαιρνα διαταγή "εκκενώστε την
περιοχή".

Αλλά τι θα γίνει;

Έτσι θα επιτίθεσαι σε όλη σου τη ζωή - αυτό θα γίνει;

Ακόμα κι όταν τα τανκς σου παλιώσουν και μείνουν χωρίς
καυσιμα. Τότε μπορεί να κάνεις τα χειρότερα. Να πιάσεις τα μαχαίρια.
Γιατί έτσι είσαι, "ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην, αλλά μάχαιραν". Κι αν
σου τελειώσει και το μαχαίρι και λιώσει στα παγωμένα σου δάχτυλα,
μπορεί να εξηγηθείς σαν τον ήρωα της Τορά που έσφαξε χίλιους
με το κατωσάγωνο του γαιδάρου.

Αλλά εγώ θα εξοντωθώ πιο πολύ χωρίς εσένα.

Που δεν γνώρισες το γέλιο και την ελαφρότητα. Που δεν
ανέχτηκες τον πιο έξυπνο πούστη πάνω από μια ώρα. Θα μελανιάσω
σαν πνιγμένος. Θα γεράσω. Τα μάτια μου από καστανά θα μείνουν
μόνο κόκκινα.

Κλαίνε ποτέ τα τέρατα; Θρηνούν; Φαντάζομαι πως όχι. Ή το
πολύ πολύ να τραντάζονται όπως βήχουν τα σκυλιά.

Σε θυμάμαι χειμώνα στο βουνό μέσα στο χιόνι να είσαι στο
παράθυρο ευτυχισμένος που δεν μπορούσες να διακρίνεις ούτε ίχνος
ζωντανής ύπαρξης. Κι ούτε καν τις αλεπουδίτσες. Μόνο το θόρυβο
των πιάτων τους συμπαθούσες.

Αλλά, όταν ερχόμουν τις Παρασκευές, χαιρόσουν και με έβαζες
στο τζάκι και μου έλεγες:

- Γλυκό μου παιδί, να σου φτιάξω ένα ωραίο καφεδάκι;



Κι αυτή την εικόνα μπορέσαμε και τη ζήσαμε. Γιατί υπάρχει
ευτυχία στον κόσμο κι ας είναι εφήμερη.

Όσο γι' αυτούς τους μήνες: νίκησες πάλι. Μέσα από το
Σκοπευτήριό σου κατάφερες, χωρίς να κάνεις ούτε μια κίνηση,
να με κάνεις να μην μπορώ να απομακρυνθώ ή να βλέπω όλους τους άντρες μικρούς ή γελοίους.

Κι όλα αυτά με τηλεχειρισμό. Μπράβο σου.

Τώρα μόλις σε πήρα τηλέφωνο. Ο Μιστερ Κατατονία χαίρεται όταν
σε ακούει. Ξέρω να ξεχωρίζω τις φωνές σου. Άλλη είναι όταν νιώθεις
καλά και είσαι "γεμάτος" - αυτή είναι μια φευγάτη φωνή
και ελαφρά αποσταθεροποιημένη. Την ώρα που βιάζεσαι, η φωνή
σου γίνεται μπάσα και στακάτη, με ένα "λοιπόν" μπροστά. - Δεν με αναγνώρισες. Στο έκλεισα.

Ναι, ήσουν ο καλύτερος άνθρωπος που γνώρισα εκτός από τις
ώρες που ήσουν ο επικεφαλής του Στρατοδικείου. Αλλά και τότε
πάλι καλός είσαι. Δεν στέλνεις ποτέ στο απόσπασμα είναι Αλήθεια.
Τιμώρείς με στέρηση αδείας, με πειθαρχείο και -πολύ συχνά- με
ξήλωμα γαλονιών. Κι αυτό γιατί δεν αναγνωρίζεις σε κανέναν άλλον
το δικαίωμα να εκτελέσει.

Δεν ξέρω αν στεναχωριέμαι που ποτέ σου, δεν θα μπορέσεις να
παίξεις κι εσύ σαν τον Δ. και την παρέα του. Ή μάλλον χαίρομαι
γιατί αυτά τα παιχνίδια μπορείς να τα κάνεις μόνο μαζί μου.
Γιατί μόνο εγώ ενδιαφέρομαι για το ξύλινο σφυράκι σου. Γιατί το παιδί
που έιχε για παιχνίδι ένα σφυρί δεν έχει σχέση με το παιδί που
είχε ηλεκτρονικά τρενάκια. Όταν είναι μικρό, ζωγραφίζει γάτες εξάποδες
πάνω στο χώμα, παίζει Θέατρο Σκιών με τα δάχτυλά του και
φτιάχνει μπάλες με λάσπη και κουκουνάρια.

Κι αυτό είναι το μόνο παιδί που αγαπάω.

Πάνω στην ντουλάπα, να, ορίστε, μπροστά μου το τρύπιο παντελόνι
της φόρμας που μου άφησες. Μπαίνω στο δωμάτιο, η λάχανι "κούκλα"
με κοιτάζει.

Και μετά; Αφού τα δω όλα, τι θα κάνω; Που θα πάω;

Κι εσύ Θα αποκοιμιέσαι στον καναπέ με τα ρούχα; Θα καπνίζεις
συνέχεια; Θα σε πιάσει η μέση σου και θα πέσεις άρρωστος; Θα
κάνει κρύο και δεν θα με ζεσταίνεις πια; Θα μ' αφήσεις σ' αυτά τα
πηχτά, έκφυλα μυαλά και στα γλοιώδη χαμόγελα; Θα με καταδικάσεις
να εγκαταλείψω την ασκητική μου και να γυρίσω στην
κοσμικότητα των αγνώστων;

Σε έβριζα πολύ.

Και τώρα σ' αγαπάω, όπως άλλωστε σ' αγαπούσα πάντα. Από την αρχή.

Κι εδώ που τα λέμε, όχι άδικα.

Πολλές φορές έβαλες το σοφό σου πόδι στα χαλασμένα φρένα μου.

Αλλά πάντα σε φοβόμουν, ακόμα και στις καλές σου, γιατί μου
θύμιζες την πιο σκοτεινή πλευρά της αθωότητας, έναν ανήλικο
αυτοκράτορα της Παρακμής, που κάθε στιγμή μπορεί να νεύσει στους
αυλικούς του να αποκεφαλίσουν το φίλο που έχει πάψει να τον
ενδιαφέρει.

Κι όλοι σε φοβούνται γιατί τους υπνωτίζεις και ξυπνάς ακόμα
και στους άντρες ένα σχεδόν γυναικείο συναίσθημα απέναντί σου.

Εσένα φοβάμαι, αυτό να το θυμάσαι. Κανέναν άλλον. Και
είναι άδικο να ζω τόσο καιρό μέσα στο φόβο διαρκώς. Θέλω να
μάθω κι άλλα πράγματα. Τι είναι ο φόβος το έμαθα. Φτάνει.

Μονμάρτη 19/05/2009

[...]
"Μύθος είσαι εσύ.

Φύγε απ' το μυαλό μου γαμώτο. Φύ-γε. Δεν θέλω, δεν αντέχω τόσο πολύ.

                      Τρέμω από στέρηση μυρωδιάς.

Έχεις καταλάβει πως εσύ, ένα πλάσμα έτσι κι αλλιώς Μυθολογικό, κι εγώ ένα πλάσμα που στηριζόταν πάντα στη Μυθολογία, δεν έχουμε Μύθο;
                                        Η ζωή μου είναι διαφορετική γιατί
                                         απελευθερώθηκε από τον Μύθο.

Κυρίως αυτό που λέει ο Πασένοβ, πως ένας στους 11.378.802 θα τύχει να συναντήσει κάποιον άλλον και να μοιάζουν σε πάνω από είκοσι συνήθειες - κι απ' αυτούς τους ανθρώπους που μοιάζουν, μόνο ένας μέσα στο τριακονταπεντάκις εκατομμύριο θα μπορούσε να αγαπήσει έναν όμοιο και ένας στο εκατοστοδωδέκατο εκατομμύριο θα μπορέσει και να αγαπήσει τον όμοιο και να αγαπηθεί απ' αυτόν;

Είμαι τρελός ή τα Μαθηματικά κάνουν λάθος.
Και ξέρεις πολύ καλά ότι δεν τα συμπάθησα ποτέ".

Ακόμα δέκα δευτερόλεπτα...

Εγώ πάντως ήρθα μόνο για να σε δω.

Ήξερα πως μπορεί να πληγωνόμουν και ν' άκουγα τα χειρότερα. Αλλά πίστευα πως,
αρκεί να σε βλέπω, και δεν θ' άκουγα τίποτα.

Και δεν με κοίταζες. Μετά έτρεχες πολύ.

Μπορεί να μην έχω δει ποτέ ποιός είσαι στην πραγματικότητα και να νόμιζα πως
σε είδα, μέσα στο πλαίσιο μιας έξαρσης, να σε ξέρω μόνο εγώ και κανένας άλλος.

Εντάξει, όσο πιο πολύ θες να πλησιάσεις, τόσο λιγότερο βλέπεις. (Όσο μιλάγαμε,
το μόνο που ήθελα όχι να σου πω, αλλά να το δεις, ήταν πως εγώ σ' αγαπάω).

Ακόμα κι αν δεν σε κατάλαβα, ήσουν σαν μυστικό που είχε να κάνει με το
κλειδί της ζωής μου.

Μωρό μου, δεν ξέρω τι διάολο ιστορία είναι ο έρωτας.

Θα 'θελα να μην υπήρχε. Μπορεί να γίνει δηλητήριο απ' τη μια στιγμή
στην άλλη. Μπορεί να είναι τόσο γελοίο πράγμα όσο κι ένας συνεταιρισμός αφού
το δηλητήριο έρχεται απ' τη στιγμή που δύο άνθρωποι παύουν να έχουν το κοινό
συμφέρον του να είναι μαζί.

Τι ήταν άραγε αυτό που δεν είδα σ' εσένα;

Είδα πως ήσουν ανθρώπινο πλάσμα, πως δεν φοβόσουν να πεις:
"Αυτό είμαι όλο κι όλο". Είδα όμως κι ένα πλάσμα απρόβλεπτο, που θα μπορούσα να το
σκοτώσω και μετά να σκοτωθώ. Ξέρεις γιατί σ' αγάπησα με άλλες φόρμες απ'τις δικές μου; (Κι ας λες.)
Γιατί, απ' όσο εγωισμό μπορεί να έχει ένας άνθρωπος - απ' αυτούς που στέκουν σε ουρές ή τους άλλους
που λένε "Παρ' το αυτό κι έλα μαζί μου", τις πιο πολλές φορές είχα λιγότερο. Ή και καθόλου εγωισμό. Και δεν μπορώ να καταλάβω πως.

           Γιατί δεν μου έχει ξανατύχει.
                                             Είναι καινούργιο.

         Να μπορείς να παραδέχεσαι πως δεν έχεις εγωισμό.

Να μπορείς ακόμα και να το χαρείς που έτρεξες πίσω απ' τον άλλο

για να 'σαι κάπου εκεί τριγύρω του ακόμα δεκα δευτερόλεπτα.



25 Ιουλίου 2009

10

Δεν καταλαβαίνεις
Ποτέ δεν κατάλαβες και δεν θα καταλάβεις.
Φοβάμαι για 'σένα -δεν ξέρεις ποσο τραγικό είναι
να νοιάζεσαι για έναν άνθρωπο και αυτός το μόνο που κάνει
είναι να αναλώνεται αδίκως σε ανούσιες και ανώφελες καταστάσεις.

Οι φίλοι μου έχουν βαρεθεί να με ακούνε να μιλάω για 'σένα.
Προσπάθησα να μην σε αναφέρω για πολύ καιρό
-το κατάφερα-
κι όμως μονοπωλούσες συνέχεια την σκέψη μου ρε γαμώτο.
Δεν ξέρω πως το έχεις καταφέρει.
Μου έχεις βιάσει το μυαλό.

Δέκα μήνες κρατάει όλο αυτό. Πολύ κουραστικό
-κι όμως αντέχω- να παλεύω με τον εαυτό μου.
Δεν μπορείς να αντιλήφθείς ούτε στο ελάχιστο
πως εγώ τόσο καιρό μπορώ και κρατιέμαι.
Ζωντανός...

Σε έχω δει σε πολλές φάσεις
-να αναλώνεσαι... μην το ξεχνάς.
Ξέρεις τι είναι να σε βλέπω με άλλους;
Να σε φαντάζομαι με άλλους;
Να νιώθω οτι αγγίζεις άλλους;

-αρρωστημένο-

Το ξέρεις ότι με τσακίζεις.
Παρ'όλα αυτά έρχεσαι και μου το λες.
Τι κερδίζεις από αυτό;
Χαίρεσαι όταν βλέπεις έναν Άνθρωπο που νοιάζεται για 'σένα;
Ικανοποιείς το Εγώ σου;

Τουλάχιστον μη μου λες όλες αυτές τις αηδίες.
-απορώ πως δεν ξενερώνω μετά απ' όλα αυτά με την πάρτη σου.
Μην ξεχνάς ότι δεν είμαι φίλος σου.
Ποτέ δεν ήμουν
και ποτέ δεν θα γίνω.

Δεν καταλαβαίνεις
Ποτέ δε κατάλαβες και δεν θα καταλάβεις.

Πικρία

[Το σκεφτόμουν καιρό. Δεν μπορούσα να το πάρω απόφαση. Σήμερα σε είδα. Νομίζω πως θα συμβεί.
Μπαίνω σπίτι, ανοίγω το φως και αρχίζω το γράψιμο. Ναι. Σε 'σένα μιλάω πάλι...]

Μετά από αρκετό καιρό ξανά εδώ.
Μέσα από αυτό το μέρος που σου μίλαγα
όλο αυτό το διάστημα που εσύ απλά με αγνοούσες,
θέλησα να τελειώσω οτιδήποτε προσπάθησα να ξεκινήσω μεταξύ μας.

Την μεγαλύτερη προσπάθεια την έκανα εγώ. Ίσως ακόμα όλα
αυτά να τα έζησα εγώ σε έναν παράλληλο κόσμο.
Όπως και να έχει, ήσουν και εσύ εκεί. Είτε σε έπλασα με
την φαντασία μου (όπως και πολλά άλλα), είτε ήρθες μόνος σου
ακούσια ή εκούσια.

Δεν θα πω τι έγινε σε αυτόν τον "παράλληλο κόσμο". Θα πω
όμως πως θα τελειώσει.

Με διέγραψες, με αγνόησες. Ίσως όμως να με λογάριαζες και με νοιαζόσουν,
με έναν τρόπο που δεν μπορούσα να καταλάβω, και ήθελες να με προστατεύσεις
από κάτι. Δυστηχώς εγώ δεν κατάλαβα αυτό. Εκείνο που είδα ήταν ότι με παράτησες
μόνο και το έβαλες στα πόδια. Με προφάσεις και δικαιολογίες. Προσπάθησα να το
ανατρέψω. Να μας φέρω πίσω, εκεί που είχαμε βρεθεί, ώστε να γίνουμε ένα ξανά.
Μάταιο.

Δυστηχώς, πλέον, δεν μπορώ να κάνω κάτι άλλο. Ως εδώ ήταν οι δυνάμεις μου. Ίσως
έχω κι άλλο υπομονή (οι φίλοι μου έλεγαν να κάνω). Όμως δεν αντέχω άλλο. Σε βλέπω
να καταστρέφεσαι και δεν μπορώ να καταλάβω τι προσπαθείς να κάνεις. Αν θες βοήθεια
ξέρεις ότι την δίνω. Αλλά απ' ότι φαίνεται δεν την δέχεσαι.

Εχτές στο είπα...
"Χαραμίζεσαι. Πρόσεχε τον εαυτό σου". Η απάντησή σου...
"Πολύ αργά. Ήδη νεκρός".
Παραιτήθηκες -εδώ και καιρό.
Σειρά μου τώρα...

"Μη με ρωτάς γιατί πονώ
τα μάτια σου όταν κοιτάζω
βαθιά κρυμμένο μυστικό
το βλέμμα σου φορώ
κι αλλάζω."

Υ.Γ: Το μόνο σίγουρο... Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ!
Και τα καλά σου και τα κακά σου..
Μα πάνω απ' όλα, δεν θα ξεχάσω δύο πράγματα...
Τις κρέπες, και το ότι παραιτήθηκες...

[Η ώρα πλέον είναι 05:57. Σβήνω το φώς και πέφτω για ύπνο, αγκαλιά με το λαχανί "αρκουδάκι". Θυμάσαι; Ίσως όχι. Καλημέρα.]

Το χαμόγελο

Θέλω να σε αγκαλιάσω
να σε κουρνιάσω μέσα μου
να διώξω ό, τι σε πληγώνει ό, τι σε στεναχωρεί
να σου δείξω έναν γαλανό ουρανό
στον οποίο μπορείς να ελπίζεις
και να τον κοιτάς και να χαμογελάς

Σου πάει τόσο πολύ να χαμογελάς
σε έβλεπα τα πρωινά που με ξύπναγες για να πάω στη δουλειά
και ένιωθα γεμάτος.
Ανυπομονούσα μέχρι να ξαναδώ το χαμογελό σου
εκείνο το χαμόγελο
αχ εκείνο το χαμόγελο...

Ξαφνικά χάθηκες...
έμαθα μετά απο καιρό ότι το χαμόγελό σου
έγινε δάκρυ
ήθελα να ψάξω να σε βρω
γιατί δεν πίστευα ότι αυτό το τόσο ωραίο χαμόγελο
μπορούσε να χαθεί και την θέση του να την πάρουν τα δάκρυα

Σε βρήκα
μετά από αρκετό καιρό
όμως σε βρήκα...
και είδα ξανά αυτό το πρόσωπο
που κάποτε μου χαμογελούσε και με έκανε να νιώθω γεμάτος
ήταν τώρα γεμάτο δάκρυα.

Άνοιξα τα χέρια μου
σου έδειξα τον δρόμο για να ΄ρθεις στην αγκαλιά μου
να προσπαθήσω με οποιοδήποτε τρόπο να διώξω αυτά τα δάκρυα

είμαι όμως τόσο μικρός
ίσως είμαι πολύ "λίγος"
είμαι όμως εδώ για 'σένα και θα προσπαθώ
να ξαναδώ εκείνο το χαμόγελο

αχ εκείνο το χαμόγελο...

Το Φως

Κάποιοι Άνθρωποι γεννιούνται 
μόνο και μόνο,

για να δώσουν νόημα και φως 
    στη ζωή των άλλων. 


        Κι όταν κάποτε φύγουν... 


     η απουσία τους μοιάζει να παίρνει μαζί της 
    το φως...

Ἡ ἀγάπη

Ἐάν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ και τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δε μη ἒχω, γέγονα χαλκός ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον.
Καί ἐάν ἒχω προφητείαν καί εἰδῶ τά μυστήρια πάντα […],
ὣστε ὄρη μεθιστάνειν,
ἀγάπη δέ μή ἔχω, οὐδέν εἰμί. […]
Ἡ ἀγάπη μακροθυμεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ,

ἠ αγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ φυσιοῦται,
οὐκ ασχημονεῖ, οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τό
κακόν, οὐ χαίρει ἐπί τῆ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δέ τῆ ἀληθείᾳ·

πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει.
ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει. εἴτε δέ προφητεῖαι, καταργηθήσονται·
εἴτε γλῶσσαι, παύσονται· εἴτε γνῶσις, καταργηθήσεται […].
νυνί δέ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τά τρία ταῦτα·
μείζων δέ τούτων ἡ ἀγάπη.


Ἀπόστολος Παύλος (Προς Κορινθίους Α΄)

Ερωτικό




Σε ευχαριστώ Πάνο μου για την photo!

Κομμένα Φτερά

Ήταν φθινόπωρο
Μια εποχή που όλα πεθαίνουν
εμείς αρχίσαμε να ζούμε
αρχίσαμε να ζούμε το δικό μας παραμύθι

όλα ήταν όπως τα περιγράφουν
φιλοι, που μας έβλεπαν μαζί
να γυρνάμε παντού πιασμένοι χέρι χέρι
στα ίδια μέρη
στους ίδιους τόπους

ήμασταν μαζί
και χώρια
γιατί εσύ περπατούσες
ενώ εγώ πετούσα

και δεν ήθελα να πέσω
δεν πίστευα ποτέ ότι θα πέσω
και αν έπεφτα
ήξερα ότι εσύ ήσουν εκεί
και θα με έπιανες

έτσι έδειχνες...
έτσι ένιωθες...
έτσι έκανες...

ώσπου μια μέρα
άνοιξη ήταν…
εκεί που κοίταζα τον ουρανό
όπως πάντα
γύρισα να κοιτάξω εσένα
και δεν σε βρήκα

τα φτερά μου κόπηκαν
και έπεσα στον βυθό μιας λίμνης
και έμεινα εκεί
για πολύ καιρό

πίστευα ότι θα έρθεις να με τραβήξεις
αλλά δεν το έκανες
ερχόσουν
και απλά με κοίταζες
κοίταζες να δεις αν υπάρχω...
αν ζω..
αν αναπνέω..

και εγώ όποτε έβλεπα να καθρεφτίζεσαι πάνω στα νερά της λίμνης
έβγαζα πάλι φτερά
και ήμουν έτοιμος να ξαναπετάξω
φτάνει να μου έπιανες το χέρι
και να με έβγαζες στην επιφάνεια.

Εσύ όμως απλά με κοίταζες
Και δεν μου έπιανες το χέρι

Και έτσι εγώ σταμάτησα να υπάρχω,
να ζω..
να αναπνέω…

Canción Española

Tu veniste a mi vida
Como un trueno tu veniste precipitadamente a mi corazon.
Y después de esto me dejaste
Porque tu encotraste otro amor

No puedo mas sólo en el crepúsculo
Al ver esta injusticia que me hisiste
Me enamore de ti ...
Pero tu no correspondiste

Cuando entiendas el significado de mi amor
Vas a regresar para desirme
Que tu reconosiste mi verdadero amor...
Pero tu no lo etiendes ya

Después de todas estas cosas que dijiste
Creí darte la oportunidad
De estar con migo...

Me dormí para ver que este sueño se volviera realidad
Que tu volvieras otra vez a mi vida
Pero desperté violentamente...
Te fuiste otra vez...

Lloré en la obscuridad
Y las lágrimas mojaron mis mejillas
Porque el amor está lejons de mi


(gracias Maribel para la traducción)

Τα τρένα που 'φυγαν

Πόσες φορές έκατσα στο σταθμό
Περίμενα πάντα ένα συγκεκριμένο τρένο
Με πήγαινε σε μέρος που εγώ αγαπούσα


Καθόμουν πάντα στωικά και το περίμενα
Δεν με ενοχλούσε η καθυστέρηση
Γιατί ήξερα ότι αγαπώ αυτή τη διαδρομή


Καθόμουν πάντα δίπλα στο παράθυρο
Ακούγοντας νοσταλγική μουσική
Ερωτική μουσική


Κοίταζα έξω
Έβλεπα εικόνες
πάντα τις έπλαθα σύμφωνα με τον προορισμό μου


Η διαδρομή για μένα ήταν μαγευτική
Δεν ήταν τίποτα σπουδαίο όμως
Αλλά όπως είπα… με πήγαινε σε μέρος που εγώ αγαπούσα


Όταν έφτανα στο τελικό σταθμό
Και έβγαινα από το τρένο
Η καρδιά μου χτυπούσε δυνατά


-Τόσο δυνατά που κόντευε να σπάσει-


Ερχόμουν σε σένα
Ερχόμουν για σένα
Ήμουν εκεί για σένα


Γιατί όπως σου είπα... αγαπούσα τον προορισμό μου


Όμως κάποια στιγμή πήρα το τρένο της επιστροφής
Έπρεπε να φύγω
Δεν το ήθελες – και πίστεψε με ούτε εγώ το ήθελα


Μονάχα να ήξερες
Ποσά τρένα έφυγαν
Ποσά τρένα άφησα να φύγουν
Ποσά τρένα πήγαν χαμένα.

Αναμνήσεις 2

Έχει νυχτώσει…
Κάθομαι μόνος
Θυμάμαι…


Σκέφτομαι
Αναπολώ
Κάποτε ήμασταν μαζί


Με πλήγωσες
Πόνεσα
Δεν το κατάλαβες


Απλά έφυγες
Δεν κοίταξες πίσω
Δεν ήθελα


Είπες θα γυρίσεις
Σε πίστεψα
Δεν το έκανες


Απλά να ξέρεις
Μου λείπεις
Όχι τώρα


Απλά εκείνη την εποχή
Που έδειχνες αληθινός
Αλλά δεν ήσουν


Θα έδινα τα πάντα
Για μια ακόμη αγκαλιά
Όπως τότε


Μάταιο όμως
Ψεύτικο
Όπως και τότε

Όνειρα

Σε βλέπω παντού
Έξω στο δρόμο
Μέσα στο σπίτι μου…

Είναι όνειρο

Νιώθω την παρουσία σου
Μυρίζω το άρωμα σου
Όπου κι αν είμαι…

Είναι όνειρο

Πέφτω να κοιμηθώ
Και σε βλέπω πιο έντονα
Τότε μου λες πράγματα…

Είναι όνειρο

Ξυπνάω
Νομίζοντας ότι ήταν αληθινό
-αμφιβάλλοντας-

Είναι όνειρο

Δεν είναι όνειρο
είναι εφιάλτης
και θέλω να σταματήσει
θέλω να φύγεις
να μην υπάρχεις
γιατί…

είσαι όνειρο.

Αναμνήσεις 1

Συνήθως δεν απευθύνομαι σε κάποιον συγκεκριμένο
Τα λόγια μου είναι συγκεχυμένα
Απλά
Σε τρίτο πρόσωπο
Χωρίς να θίγω κανέναν ή τίποτα
Ούτε καν τον ίδιο μου τον εαυτό
Αποστασιοποιούμαι από το πρόβλημα
Και το κοιτάω σαν τρίτος
Είναι δικό μου?
Είναι δικό σου?
Κανένας δεν ξέρει.
Κανένας δεν θα μάθει
Εκτός αν ψάξεις
ψάξεις βαθιά μέσα σου
Τότε ίσως δεις πως μιλάω για σένα
Να βρεις τις απαντήσεις σου από αυτά που γράφω
Αλλά να ξέρεις…
Τα λόγια είναι δικά μου

Συναισθήματα

Θέλω να περιγράψω τα συναισθήματα μου σε ένα λευκό χαρτί
Αλλά δεν μπορώ
Είμαι άδειος.

Θέλω να βγω έξω να φωνάξω
Να ξεσπάσω την οργή μου
Αλλά δεν μπορώ

Θέλω να φύγω
Να μην με βλέπει κανένας
Αλλά φοβάμαι

Συναισθήματα
Πολλά
Ανάμεικτα

Πόνος
Θλίψη
Δάκρυα

Θυμός
Οργή
Μίσος

Και πάλι πόνος…
Πάλι θλίψη…
Πάλι δάκρυα…

Humeur Mauvaise

Tu existais...
Sans que je sache qui tu es si ou tu te trouves...
-même si tu existais –



J'existais...
Tu le connu pas...
Mais j’existais quelque part...



Tu étais là...
J'étais là...
Si comme tous les deux attendrions
l'instant que nous découvrirons l’ un l’ autre



Et cet instant c’est venue...
Instants de désir...
D’ amour...
De plaisir...
Instants que jusque a ce point, manquaient de notre vie...



- Instants que manqueront de notre vie...
Photobucket

(merci Nafsika
pour la traduction!)

Κενό

Πίστευα…
Νόμιζα…
Αγαπούσα…
Προσπαθούσα να ζήσω σε έναν δικό μου κόσμο,
Χωρίς τα αγκάθια της κακίας και του μίσους.

Περπατούσα…
Και ό,τι έβλεπα το πίστευα,
Ό,τι έλεγαν το δεχόμουν…

Και όταν άρχισα να καταλαβαίνω που βρισκόμουν,
Έκλεισα τα μάτια μου,
Έσφιξα τα δόντια μου να μην ουρλιάξω…

Όταν είδα ότι έχτιζα να γκρεμίζεται,
Φωτιά να καίει τον κόσμο μου…
Τότε ένιωσα το μεγάλο τίποτα που ζούσα…

Επιστροφή

Κάθε σου σκέψη είναι μια δική μου σκέψη.
Κάθε άγγιγμα σου είναι ένα ρίγος στην ψυχή μου.
Κάθε σου φιλί είναι μια ανάμνηση
αλλά και πόνος...
Πόνος, γιατι ξέρω ότι δεν θα κρατήσει πολύ αυτή η στιγμή.


Η αγκαλιά σου είναι ο παράδεισός μου.
Το μέρος στο οποίο μπορώ να μείνω παντοτινά.
Εκεί μπορώ να κάνω όνειρα για εμάς τους δύο.
Όμως αυτά τα όνειρα δεν θα σβηστούν
όταν θα με αφήσεις από την αγκαλιά σου.
Θα μείνουν όνειρα...ανεκπλήρωτα...



Θα ξανα’ρθείς... το ξέρω...
Και εγώ θα είμαι εδώ...
Με τα ίδια όνειρα, τις ίδιες υποσχέσεις...
Αλλά θα έχω και κάτι ακόμα...
Μια αγκαλιά για σένα...
Μια μεγαλύτερη αγκαλιά...
Γιατί κάθε σου επιστροφή
Με κάνει να σε αγαπάω πιο πολύ...

Ξημέρωμα

Άρχισε να νυχτώνει νωρίς...
Αναπoλώ περασμένες στιγμές...
Στιγμές που με έκαναν να νιώσω ευτυχισμένος και γεμάτος.
Στιγμές που με γέμισαν χαρά, έρωτα, στοργή, αγάπη.



Αρχίζει να νυχτώνει...
Και όλες οι αναμνήσεις ξαναέρχονται...
Εικόνες που μένουν ανεξίτιλες
Εικόνες, που όταν τις θυμάσαι χαμογελάς
Και ένα δάκρυ κυλάει
Γιατί αυτές οι στιγμές έφυγαν
Στιγμές που δεν θα ξαναζήσεις ποτέ


Νυχτώνει...
Και το δάκρυ γίνετε λιγμός
Οι εικόνες, λένε, είναι πιο έντονες το βράδυ
Και γίνονται επιθυμία...
Επιθυμία να ξαναζήσεις αυτό το όνειρο
Αυτή η στιγμή που σε έκανε να νιώθεις ξεχωριστός
Γεμάτος απο έρωτα και αγάπη...


Νύχτωσε...
Και η καρδιά δεν αντέχει άλλο...
Ο λυγμός γίνετε ξέσπασμα
Και τα μάτια αρχίζουν να γεμίζουν με πιο πολλά δάκρυα
Αυτά τα μάτια που κάποτε κοίταζαν με τόση χαρά τα μάτια σου
Τώρα απλά... κλαίνε...


Όμως κάποια στιγμή θα δεις...
Θα με κοιτάξεις πάλι μέσα στα μάτια…
όπως τότε...
Θα σκουπίσεις τα δακρυά μου
Και θα μου πεις ψιθυριστά...
«Κοίτα... ξημερώνει...»

Φοβάμαι

Ξέρω πως δεν είμαι μόνος, αλλά έτσι νιώθω.
Πολλές φορές μου αρέσει να είμαι μόνος μου
Και άλλες, φοβάμαι τόσο πολύ την μοναξιά.
Νιώθω ότι είμαι μόνος μου σε αυτόν τον κόσμο.
Φίλοι, Σχέσεις, Έρωτες, όλοι δείχνουν πως είναι κοντά μου,
Αλλά κάποιες στιγμές καταλαβαίνω πως όλοι μας
Ερχόμαστε μόνοι σε αυτή τη ζωή
Και το πιο τραγικό...
Φεύγουμε μόνοι.
Οι δύο πιο σημαντικές στιγμές του ανθρώπου
Όπου καλείται να τις ζήσει μόνος.
Είναι το πέρασμα από τη μια φύση στην άλλη
Από τη ζωή
στον θάνατο.
Από τη χαρά
Στην μοναξιά.


Όλα γύρω δείχνουν ιδανικά
Αλλά ποτέ δεν ξέρεις πως είναι στην πραγματικότητα
-και ποτέ δεν θα μάθεις-
μέχρι που θα το δεις μόνος-και αυτό-
και θα πέσεις,
και θα έχεις το κουράγιο να ξανασηκωθείς
και πολλές φορές να κάνεις τα ίδια λάθη
ξανά και ξανά
σαν χιλιοπαιγμένες ταινίες του παλιού κλασσικού κινηματογράφου
που όλοι γνωρίζουν το τέλος
κανείς δεν το λέει
και τελικά το ξαναζούν.
Και κάθε φορά...
Με την ίδια ένταση.
Όπως στην αρχή...


Κάποιοι θα πουν, διαβάζοντας αυτό
Πως ίσως δεν είμαι καλά,
Πως ίσως κάτι με στεναχώρησε.
Αλλά μόνο εγώ ξέρω πως αυτές οι σκέψεις
Είναι μόνιμα στο μυαλό μου
Και δημιουργούν μια συνεχή απορία
Που μένει πάντα αναπάντητη.
Και το άσχημο;
Ξέρω πως τα σκέφτονται όλοι αυτά
Είτε δυνατά,
Είτε από μέσα τους.
Και δυστυχώς κανένας δεν κάνει κάτι
Ώστε να απαντηθούν αυτά τα ερωτήματα.
Και ίσως να μην απαντηθούν ποτέ.

Αυτό είναι μάλλον η ζωή.
Ένα αναπάντητο ερώτημα.


Στίχος

Κάθομαι και βλέπω το ξημέρωμα
και μου έρχονται αναμνήσεις
που θέλω να ξεχασω (προσπαθω όμως;)


Καθώς περνανε απ’ το μυαλό μου
σκέφτομαι το πως εγώ κατέληξα
σ’ αυτό εδώ το σημείο


Άνθρωποι που με μισούν
άνθρωποι που με αγαπάνε
όλοι έχουν να πουν κάτι για μένα
Κι όμως εχουν τοσο άδικο.


Καλημέρα.

Ύδρα 2006

Είχαμε ένα διήμερο στην διάθεσή μας. Προορισμός... Ύδρα.

Φτάσαμε στον Πειραιά με τον ηλεκτρικό, επιβιβαστήκαμε στο καράβι και

ξεκινήσαμε.
Θυμάσαι έναν κύριο με την κόρη του που κάθονταν στο ίδιο τραπέζι με 'μας
και προσπαθούσαμε να τους κάνουμε να νιώσουν αμηχανία ώστε να φύγουν..

να σου θυμίσω τι έλεγες;

Κατεβήκαμε στο νησί. Δυνατός ήλιος. Μεσημέρι Ιουλίου.
Βρήκαμε δωμάτιο -δυστυχώς όχι εκείνο με τα σκαλιά που οδηγούσαν στην κρεβατοκάμαρα.
Τακτοποιήσαμε τα πράγματά μας και κοιμηθήκαμε.

Πρώτη φορά αγκαλιά.

Προς το βραδάκι, κατευθυνθήκαμε  προς την πάνω μεριά του νησιού. Το ταβερνάκι, η βόλτα,
το μπαράκι, τα αμέτρητα ποτά. Το μπαράκι έκλεισε νωρίς. Πήραμε από μία μπύρα και κάτσαμε
δίπλα στην θάλασσα και λέγαμε μαλακίες και γελάγαμε. Είχα ξαπλώσει επάνω σου και μου μίλαγες για ταινίες. Αγαπημένες σου ταινίες. Δεν τις ήξερα τις περισσότερες. Δεν μ' ένοιαζε όμως.

Μου άρεσε και μόνο που σε άκουγα.

Νυσταγμένοι πλέον και οι δύο -και εγώ με αρκετό αλκοόλ στον οργανισμό μου, ξεκινήσαμε για το
δωμάτιο. Ακόμα θυμάμαι το φιλί μας στο σοκάκι έξω από το ξενοδοχείο. Μόνο ο κύριος με το καρότσι
που πήγαινε στο λιμάνι μας είχε δει. Είχες κοκκινίσει.

Το πρωί ξύπνησα και σε είδα δίπλα μου. Ίσως είναι από τις λίγες εικόνες που ακόμα θυμάμαι τόσο έντονα.
Σηκώθηκα από το κρεβάτι σιγά σιγά ώστε να μην σε ξυπνήσω. Δεν το κατάφερα.
Άνοιξες τα μάτια σου και η πρώτη λέξη που ψιθύρισες με παράπονο ήταν "πεινάου". Το πόσο γέλασα...

Εκεί σε ερωτεύτηκα...

Την συνέχεια την θυμάσαι -κι ας πέρασαν χρόνια από τότε.
Ο γραφικός κολπίσκος που κάναμε μπάνιο,
η διαδρομή μέχρι να φτάσουμε και να γυρίσουμε από 'κει (τι ήλιος!!!),

Επιστροφή στην Αθήνα...